Ούτε για το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα που σκότωσε 57 ανθρώπους τον Φεβρουάριο και προκάλεσε κύμα διαμαρτυριών σε όλη τη χώρα για την εγκατάλειψη των ελληνικών σιδηροδρομικών υπηρεσιών, γράφει το larazon.es.
Αντίθετα, οι ψηφοφόροι φαίνεται να έχουν επιβραβεύσει περισσότερο τον Μητσοτάκη για την εκπλήρωση της υπόσχεσης που του κέρδισε τις γενικές εκλογές του 2019: την επίτευξη οικονομικής σταθερότητας μετά από τρία προγράμματα διάσωσης και μια δεκαετία επώδυνης λιτότητας. Σήμερα, η Ελλάδα όχι μόνο βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της οικονομικής ανάπτυξης στην ΕΕ, αλλά έχει προσελκύσει και πάλι ξένες επενδύσεις. Χάρη σε αυτή την οικονομική άνθηση, η συντηρητική κυβέρνηση μείωσε τους φόρους και αύξησε τις συντάξεις και τον κατώτατο μισθό.
Ο Μητσοτάκης είναι φιλελεύθερος για την οικονομία αλλά σκληροπυρηνικός για τη μετανάστευση. Κατά την τελευταία κοινοβουλευτική περίοδο, βρέθηκε στο στόχαστρο των επικρίσεων από ΜΚΟ επειδή έκλεισαν κέντρα υποδοχής προσφύγων και τους έδιωξαν επίμονα. Η κυβέρνησή του ζήτησε βοήθεια από τις Βρυξέλλες για την ανέγερση φράχτη στα χερσαία σύνορά της με την Τουρκία, που είναι επίσης γνωστό ότι είναι εξωτερικό σύνορο της ΕΕ.
Ο Μητσοτάκης γεννήθηκε το 1968 και είναι η τέταρτη γενιά μιας δυναστείας πολιτικών. Είναι συγγενής τέταρτης γενιάς του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε στον αγώνα για την ανεξαρτησία από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και διετέλεσε πρωθυπουργός επτά φορές. Ο πατέρας του, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή για σχεδόν 30 χρόνια, υπηρετώντας ως πρωθυπουργός από το 1990 έως το 1993.
Η μεγαλύτερη αδερφή της, Ντόρα Μπακογιάννη, ήταν η πρώτη γυναίκα που έγινε Δήμαρχος Αθηναίων και υπουργός Πολιτισμού και Εξωτερικών. Ο ανιψιός του, Κώστας Μπακογιάννης, είναι ο σημερινός δήμαρχος της πρωτεύουσας.
Παρακολούθησε το διάσημο Αμερικανικό Κολλέγιο Αθηνών, ένα ιδιωτικό σχολείο στην Αθήνα, όπως οι περισσότεροι Έλληνες πολιτικοί και επιχειρηματίες, και συνέχισε τις σπουδές του στις Ηνωμένες Πολιτείες στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ (κοινωνιολογία) και μεταπτυχιακές σπουδές στο Στάνφορντ (Master in European Unification process ) και του Χάρβαρντ (MBA). Μιλάει αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά.
Πριν ασχοληθεί με την πολιτική, εργάστηκε στη συμβουλευτική εταιρεία McKinsey (1995-1997) και, πίσω στην Ελλάδα, στον τραπεζικό τομέα μέχρι το 2003.
Η πολιτική του καριέρα ξεκίνησε το 2004 και το ξεκίνημά του είχε ήδη σημαδευτεί από επιτυχία: ήταν ο υποψήφιος του συντηρητικού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) με τις περισσότερες ψήφους στην εκλογική του περιφέρεια.
Του δόθηκε για πρώτη φορά υπουργικό χαρτοφυλάκιο, αυτό της Διοικητικής Μεταρρύθμισης, στην κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά (2013-2015). Η θητεία του σημαδεύτηκε από μαζικές περικοπές, ακόμη και μαζικές απολύσεις στην υγεία και την εκπαίδευση. (χαρούμενος)
“Πέφτει πολύ. Γενικός λάτρης της τηλεόρασης. Αθεράπευτος θαυμαστής ζόμπι. Ελαφρώς γοητευτικός λύτης προβλημάτων. Ερασιτέχνης εξερευνητής.”